Δευτέρα 27 Φεβρουαρίου 2012

Θέμα: Χαμένο νησί μέρος 2



Ένα φως σαν αστραπή, ένα φως φώτισε την γη. Και εγώ που νόμιζα πως όλα θα τελειώσουν, θα τελειώσουν εδώ. Άνοιξα τα μάτια μου και σηκώθηκα. Δεν ήθελα να σηκωθώ αλλά έπρεπε. Πήρα την δύναμη από τους δικούς μου ανθρώπους, αυτούς που έχασα στο πλοίο.

Ο Νίκος προσπάθησε να κάνει την καρδιά του πέτρα και να σηκωθεί. Να σηκωθεί για να ξεκινήσει μια μέρα δίχως αύριο.
Δίπλα του ο Βαγγέλης, με σκυμμένο το κεφάλι του και χωρίς να μιλάει.
Έπρεπε να ξεκινήσουν την μέρα τους και να δουν τι γίνεται γύρο τους σε αυτό το αφιλόξενο μέρος, να μαζέψουν τροφή για να ζήσουν.
Με τι δύναμη όμως; Αυτό που γνώριζαν ήταν πως όλοι τους πάνω στο πλοίο (Φίλοι, γυναίκες, παιδιά), ήταν νεκροί.
-      Βαγγέλη είχες γνωστούς πάνω στο πλοίο;

Ο Βαγγέλης απάντησε με μια σπασμωδική κίνηση του κεφαλιού του προς τα κάτω.
-      Εγώ είχα την γυναίκα μου.

Ο Νίκος καθώς έλεγε αυτά τα λόγια ταυτόχρονα προσπαθούσε να σηκώσει κάτι ξύλα που ήταν δίπλα σε ένα χαντάκι, ξαφνικά γλίστρησε και παραλίγο να πέσει μέσα, ευτυχώς ήταν και πάλι το χέρι του Βαγγέλη το οποίο τον τράβηξε και τον γλύτωσε από καινούριες περιπέτειες.
-      Πρόσεχε φίλε μου, δεν θα είμαι πάντα δίπλα σου για να σε γλιτώνω από τους διάφορους κινδύνους που μπορεί να σου συμβούν.

Καθώς έλεγε αυτά τα λόγια ακούστηκαν φωνές από κάποιον που έτρεχε προς το μέρος τους.
Χωρίς να χάσουν λεπτό οι δύο άντρες σηκώθηκαν ξαφνισμένοι και με τα μοναδικά εργαλεία που είχαν προσπάθησαν να τραβήξουν κάποια χόρτα έτσι ώστε να κάνουν χώρο για να περάσει ο άγνωστος άνθρωπος που έτρεχε.
Πρώτος τον αγκάλιασε ο Βαγγέλης. Ο άγνωστος άνθρωπος μόνο που δεν λιποθύμησε από την κούραση. Τον ξάπλωσε στο χώμα και του έδωσε νερό να πιεί για να συνέλθει και να τους πει ποιος ήταν και τι συνέβαινε.
Αφού πήρε μερικές ανάσες είπε με βραχνή φωνή:
-      Δεν πέθανε κανείς, ζούνε όλοι, θέλουνε βοήθεια.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου