Τρίτη 28 Φεβρουαρίου 2012

Χαμένο νησί Μέρος 3


Είχε νυχτώσει. Οι τρεις άντρες πλέον: Ο Νίκος, ο Βαγγέλης και ο άγνωστος κύριος ξεκίνησαν για να πάνε να σώσουν όλους τους ανθρώπους που ήταν στο πλοίο. Όλη την μέρα κατάστρωναν τα σχέδιά τους για το πώς θα σώσουν όλους αυτούς που ήτανε στο πλοίο. Όλα ήταν ήδη μελετημένα και δεν άργησαν να φτάσουν εκεί που οι πειρατές τους είχανε φυλακισμένους.
Μόλις έφτασαν οι άντρες κρύφτηκαν για να μην τους αντιληφθεί κανείς και τους πιάσουνε. Δεν υπολογίσανε όμως ότι οι πειρατές έκαναν περιπολίες:

  • Ποιος είναι εκεί;

Ο μεγαλόσωμος πειρατής πάτησε το συναγερμό. Οι τρείς άντρες άρχισαν να τρέχουν και οι υπόλοιποι πειρατές άρχισαν να πυροβολούν.
Πρώτος έπεσε ο άγνωστος κύριος, έπειτα ο Βαγγέλης και ξαφνικά όλα σκοτείνιασαν:

  • Νίκο ξύπνα
  • Τι έγινε;
  • Μάλλον έβλεπες εφιάλτη…

Ο Νίκος κοίταξε το ρολόι του, έδειχνε τρεις παρά και είχε σταματήσει. Ανέβηκε τρέχοντας στο κατάστρωμα και είδε τον Βαγγέλη. Πριν προλάβει να του μιλήσει χάθηκε μέσα σε μια πράσινη ομίχλη που είχε και μια ενοχλητική μυρωδιά...
Έπειτα σκοτείνιασαν όλα για δεύτερη φορά και:

Πήρε μια βαθιά ανάσα και άνοιξε τα μάτια του. Είδε το φώς σαν ήτανε πρώτη του φορά. Προσπαθούσε να σκεφτεί πού στο καλό ήταν. Το κεφάλι του
πονούσε και ένιωθε βρεμένος.



ΤΈΛΟΣ

Δευτέρα 27 Φεβρουαρίου 2012

Θέμα: Χαμένο νησί μέρος 2



Ένα φως σαν αστραπή, ένα φως φώτισε την γη. Και εγώ που νόμιζα πως όλα θα τελειώσουν, θα τελειώσουν εδώ. Άνοιξα τα μάτια μου και σηκώθηκα. Δεν ήθελα να σηκωθώ αλλά έπρεπε. Πήρα την δύναμη από τους δικούς μου ανθρώπους, αυτούς που έχασα στο πλοίο.

Ο Νίκος προσπάθησε να κάνει την καρδιά του πέτρα και να σηκωθεί. Να σηκωθεί για να ξεκινήσει μια μέρα δίχως αύριο.
Δίπλα του ο Βαγγέλης, με σκυμμένο το κεφάλι του και χωρίς να μιλάει.
Έπρεπε να ξεκινήσουν την μέρα τους και να δουν τι γίνεται γύρο τους σε αυτό το αφιλόξενο μέρος, να μαζέψουν τροφή για να ζήσουν.
Με τι δύναμη όμως; Αυτό που γνώριζαν ήταν πως όλοι τους πάνω στο πλοίο (Φίλοι, γυναίκες, παιδιά), ήταν νεκροί.
-      Βαγγέλη είχες γνωστούς πάνω στο πλοίο;

Ο Βαγγέλης απάντησε με μια σπασμωδική κίνηση του κεφαλιού του προς τα κάτω.
-      Εγώ είχα την γυναίκα μου.

Ο Νίκος καθώς έλεγε αυτά τα λόγια ταυτόχρονα προσπαθούσε να σηκώσει κάτι ξύλα που ήταν δίπλα σε ένα χαντάκι, ξαφνικά γλίστρησε και παραλίγο να πέσει μέσα, ευτυχώς ήταν και πάλι το χέρι του Βαγγέλη το οποίο τον τράβηξε και τον γλύτωσε από καινούριες περιπέτειες.
-      Πρόσεχε φίλε μου, δεν θα είμαι πάντα δίπλα σου για να σε γλιτώνω από τους διάφορους κινδύνους που μπορεί να σου συμβούν.

Καθώς έλεγε αυτά τα λόγια ακούστηκαν φωνές από κάποιον που έτρεχε προς το μέρος τους.
Χωρίς να χάσουν λεπτό οι δύο άντρες σηκώθηκαν ξαφνισμένοι και με τα μοναδικά εργαλεία που είχαν προσπάθησαν να τραβήξουν κάποια χόρτα έτσι ώστε να κάνουν χώρο για να περάσει ο άγνωστος άνθρωπος που έτρεχε.
Πρώτος τον αγκάλιασε ο Βαγγέλης. Ο άγνωστος άνθρωπος μόνο που δεν λιποθύμησε από την κούραση. Τον ξάπλωσε στο χώμα και του έδωσε νερό να πιεί για να συνέλθει και να τους πει ποιος ήταν και τι συνέβαινε.
Αφού πήρε μερικές ανάσες είπε με βραχνή φωνή:
-      Δεν πέθανε κανείς, ζούνε όλοι, θέλουνε βοήθεια.

Κυριακή 26 Φεβρουαρίου 2012

Θέμα: Χαμένο νησί

Πήρε μια βαθιά ανάσα και άνοιξε τα μάτια του. Είδε το φως σαν ήτανε πρώτη του φορά. Προσπαθούσε να σκεφτεί πού στο καλό ήταν. Το κεφάλι του πονούσε και ένιωθε βρεμένος. Ξαφνικά μπόρεσε να διακρίνει ένα χέρι, το οποίο τον άρπαξε από τον γιακά και τον σήκωσε. Αφού στάθηκε στα πόδια του με την βοήθεια κάποιου άγνωστου κυρίου, προσπάθησε να κατανοήσει αυτά που έβλεπε γύρο του. Δεν άργησε να βγάλει κάποια συμπεράσματα και άρχισε τις ερωτήσεις στο κύριο που τον βοήθησε:
Συγνώμη μπορώ να σας ρωτήσω κάτι;
Κύριε σε σας μιλάω…

Δεν έπαιρνε καμία απάντηση. Το μόνο που έκανε αυτός ο μεγαλόσωμος κύριος ήταν να τον κοιτάει στα μάτια για λίγα δευτερόλεπτα και έπειτα να συνεχίσει να μαζεύει ξύλα για να ανάψει μια φωτιά για να ζεσταθούν.
Αφού πέρασε η ώρα, δεν άργησε και πολύ να νυχτώσει. Οι δύο άντρες είχαν ανάψει ήδη μια φωτιά και είχαν κάτσει δίπλα της για να ζεσταθούν. Είχε έρθει η ώρα να πάρει κάποιες απαντήσεις από τον μεγαλόσωμο κύριο:
Λοιπόν, πιστεύω πως ήρθε η ώρα εμείς οι δύο να μιλήσουμε, δεν συμφωνείς;
Ναι, τι θέλεις να μάθεις
Καταρχάς με λένε Νίκο
Βαγγέλης χάρηκα
Πώς βρεθήκαμε εδώ;
Δεν θυμάσαι; Περίεργο… Ήταν γύρο στις τρείς τα ξημερώματα όταν στο σκάφος που ήμασταν δεχτήκαμε επίθεση από κάτι πειρατές.
Πειρατές; Υπάρχουν ακόμα πειρατές;
Δεν ξέρω φίλε μου ήταν κανονικοί πειρατές, όπως στις ταινίες, με ρούχα της εποχής και με τα αντίστοιχα όπλα…
Αλήθεια; Και πως έγινε αυτό;
Δεν ξέρω φίλε μου αλλά εγώ εκείνη την ώρα ήμουν στο κατάστρωμα γιατί δεν με έπιανε ο ύπνος και είδα μια πράσινη ομίχλη και μετά έγινε ότι έγινε.
Και πως βρεθήκαμε εδώ μόνοι μας;
Αφού πήραν αυτό που ήθελαν,  βούλιαξαν το πλοίο και πνίγηκαν όλοι…

Τα μάτια του Βαγγέλη βούρκωσαν, έπειτα αγκαλιάστηκαν και οι δύό τους και  έκλαψαν για ώρες…

Δευτέρα 6 Φεβρουαρίου 2012

Ξεκίνησε μέσα στη βροχή


Μια ιστορία μαγική
που είχε τέλος και αρχή
Ήταν πραγματική
ξεκίνησε μέσα στη βροχή

Άρχισε να βρέχει
ο ήχος να τον μαγεύει
Κρυώνει αλλά αντέχει
μια εικόνα τον παιδεύει

Μέσα στα χέρια του
να γλιστράει σαν νερό
Κρύβει τα μαχαίρια του
δεν φοβάται τον καιρό

Από άκρη του δρόμου
φαντάζεται πως είναι εδώ
Στο τέλος του τρόμου
διχάζεται μακρυά από δω

Ήταν πραγματική
ξεκίνησε μέσα στην βροχή
Μια ιστορία Μαγική
που είχε τέλος και αρχή
http://www.youtube.com/watch?v=xzbTfHDj8vQ